Ήταν τέλη του Μαΐου του 1963, πριν 59 χρόνια, η Ελλάδα συγκλονιζόταν από την υπόθεση της δολοφονίας του Γρηγόρη Λαμπράκη. Ο συνεργαζόμενος με την ΕΔΑ γιατρός και παλιότερα βαλκανιονίκης στο στίβο, αγωνιστής της ειρήνης, είχε χτυπηθεί από παρακρατικούς στη Θεσσαλονίκη, ενώ είχε ολοκληρώσει ομιλία του.
Ήταν το βράδυ της Τετάρτης 22 Μαΐου, σαν απόψε, όταν ο Λαμπράκης με τον επίσης βουλευτή τη ΕΔΑ Γιώργο Τσαρουχά, που αργότερα, στις 9 Μαΐου 1968, βασανίστηκε και άφησε την τελευταία του πνοή στα μπουντρούμια της χούντας, μιλούσαν σε φιλειρηνική εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη. Παρακρατικοί και αστυνομικοί με πολιτικά είχαν καταλάβει τους γύρω δρόμους, τρομοκρατώντας τον κόσμο ώστε να μην πάει στην εκδήλωση. Κάποιος από την «αντισυγκέντρωση» χτύπησε μάλιστα στον Λαμπράκη ενώ έμπαινε στην αίθουσα, ενώ κάποιος άλλος τον Τσαρουχά. Κι όλα αυτά υπό την απαθή στάση των παριστάμενων ένστολων αστυνομικών.
Με την ολοκλήρωση της εκδήλωσης, ο Λαμπράκης εγκατέλειψε την αίθουσα με πρόθεση να κατευθυνθεί σε κοντινό ξενοδοχείο όπου είχε καταλύσει. Τον ακολούθησαν μόνο δύο σύντροφοί του, καθώς η αστυνομία απέκλεισε το κοινό της εκδήλωσης στο εσωτερικό της αίθουσας, απαγορεύοντας προσωρινά την έξοδο. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή, στη διασταύρωση των οδών Ερμού και Ελ. Βενιζέλου και παρά το γεγονός ότι η αστυνομία είχε αποκλείσει όλους τους δρόμους, ένα τρίκυκλο εμφανίστηκε από το πουθενά, πλησίασε το Λαμπράκη με ιλιγγιώδη ταχύτητα και τον έριξε στο έδαφος. Κανείς αστυνομικός δεν κινήθηκε για να εμποδίσει το τρίκυκλο πριν το χτύπημα, να συλλάβει τον οδηγό του μετά, ή ακόμα και να βοηθήσει τον αιμόφυρτο Λαμπράκη. Όπως αποδείχτηκε, το θύμα είχε δεχτεί ισχυρό χτύπημα στο κεφάλι από μεταλλικό αντικείμενο.
Οι δράστες της επίθεσης θα είχαν διαφύγει ανενόχλητοι, αν ο Θεσσαλονικιός Μανόλης Χατζηαποστόλου ( «Τίγρης») δεν είχε πηδήσει αστραπιαία στην καρότσα του τρίκυκλου. Για ένα περίπου χιλιόμετρο το τρίκυκλο έτρεχε στους δρόμους της Θεσσαλονίκης χωρίς κανένα αστυνομικό ή άλλο όχημα να το καταδιώκει. Ο Χατζηαποστόλου εξουδετέρωσε μετά από σκληρή πάλη το μοναδικό επιβάτη της καρότσας, Μανόλη Εμμανουηλίδη, που είχε καταφέρει το θανατηφόρο χτύπημα στο Λαμπράκη και κατόπιν υποχρέωσε τον οδηγό Σπύρο Γκοτζαμάνη να σταματήσει. Ακολούθησε νέα πάλη αυτή τη φορά ανάμεσα στον Χατζηαποστόλου και τον Γκοτζαμάνη, έως ότου εμφανίστηκε ένας απλός τροχονόμος, ο οποίος μη γνωρίζοντας όσα είχαν προηγηθεί, συνέλαβε τον Γκοτζαμάνη κατόπιν υποδείξεων των περαστικών. Ο Λαμπράκης μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ σε κωματώδη κατάσταση και πέθανε λίγες ημέρες αργότερα, στις 27 Μαΐου.
Φυσικά τα γεγονότα προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις και μεγάλες κινητοποιήσεις. Τόσο το Κέντρο, δια των Γ. Παπανδρέου και Σ. Βενιζέλου, όσο και η Αριστερά, κατήγγειλαν ως ηθικό αυτουργό της δολοφονίας την κυβέρνηση Καραμανλή και ζήτησαν την παραίτησή της. Οι εφημερίδες της αντιπολίτευσης έγραφαν για «δημοκρατία του τρικύκλου», κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι διαμόρφωνε ένα κλίμα βίας και τρομοκρατίας.